ΤΟ ΠΛΕΞΙΜΟ

Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστης κλότσο να γυρίσει παραμύθι ναρχινήσει». Με αυτή τη φράση οι γιαγιάδες ξεκινούσαν την αφήγηση παραμυθιών στα εγγονάκια τους και ταυτόχρονα τύλιγαν το μαλλί στη ρόκα.

Η υφαντουργία έχει τις ρίζες της στην Αρχαία Ελλάδα, καθώς ο Όμηρος αναφέρει χαρακτηριστικά το τέχνασμα της Πηνελόπης, η οποία όσο περίμενε τον Οδυσσέα ύφαινε το σάβανο την ημέρα και το ξήλωνε την νύχτα. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο προϊστορικός άνθρωπος χρησιμοποίησε φυτικές ίνες όπως τα φύλλα από καλάμι για να πλέξει καλάθια ή για να φτιάξει κάποια κατασκευή για να μείνει. Στη συνέχεια, πιθανώς να έκανε κάποια μικρή επεξεργασία των ινών με σκοπό να πλέξει ρούχα για να σκεπαστεί. Βάσει ερευνών, το πλέξιμο γινόταν με χα χέρια ή τα πόδια και χωρίς τη χρήση κάποιου βοηθητικού εργαλείου. Αργότερα, κατασκεύασε βελόνες από ξύλο ή κόκαλο και έτσι ξεκίνησε το πλέξιμο, όπως το γνωρίζουμε και εμείς σήμερα. Τα πρώτα μάλλινα ρούχα και πολύχρωμα πλεκτά χρονολογούνται μεταξύ του 11ου και του 14ου αιώνα στην Αίγυπτο, ενώ κάτι σαν κάλτσα με χώρισμα στα δάκτυλα φαίνεται  να πλέχτηκε τον 4ο αιώνα μ.Χ. Ωστόσο, η λέξη «πλέκω» εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Πλήρες Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης μόλις τον 15ο αιώνα.

Την εποχή του Μεσαίωνα οι βασίλισσες και οι μοναχές ήταν εκείνες που ασχολούνταν αποκλειστικά με το πλέξιμο και το κέντημα. Χειροποίητα καπέλα, μπλούζες, γάντια ήταν από τα πιο δημοφιλή αξεσουάρ στη Γαλλία του 13ου αιώνα, ενώ η Σκωτία απέκτησε το παραδοσιακό κάλυμμα κεφαλής, τον πλεκτό σκούφο. Μια πλεκτή μαξιλαροθήκη από μετάξι, σε χρυσό και καφέ χρώμα, βρέθηκε σε τάφο Ισπανού πρίγκιπαΣτην Ισπανία διδάχθηκαν την τεχνική του πλεξίματος από τους Μαυριτανούς. Οι Ιταλοί τεχνίτες διέδωσαν το πλέξιμο βόρεια των  Άλπεων όταν κλήθηκαν στην Πράγα από τον Αμβούργο Ροδόλφο Β‘. Επίσης, στην Ιταλία βρέθηκαν κόκκινες μεταξωτές κάλτσες, στα μέσα του 16ου αιώνα, με τις οποίες είχαν θάψει την Ελεονόρα ντε Τολέρντο, σύζυγο του Κόζιμο ντε Μέντιτσι. Σε αυτές για πρώτη φορά εμφανίζεται ο πρώτος ανάποδος πόντος. Το Νότιγχαμ της Αγγλίας έγινε το 1519 ένα μεγάλο κέντρο καλτσοβιομηχανίας, ενώ στην Ιρλανδία συνεχιζόταν η παραγωγή πλεκτής δαντέλας.Oι εργαζόμενοι έπλεκαν με βελονάκι προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον Μεγάλο Ιρλανδικό Λιμό. Πέρα από τις γυναίκες, πολλοί ήταν και οι άνδρες που ασχολήθηκαν με το πλέξιμο, κυρίως στη Γερμανία.

Κατά τα τέλη του 16ου αιώνα κάθε εργαζόμενος ήταν υποχρεωμένος να υπάγεται σε κάποια συντεχνία, η οποία υπαγόταν στο σωματείο των υφαντουργών. Στην Αμερική το πλέξιμο διαδόθηκε με την ευρωπαϊκή αποικιοκρατία, ωστόσο κάποιοι υποστηρίζουν ότι ανακαλύφθηκε ανεξάρτητα εκεί, καθώς σε αρχαία περουβιανή πόλη έχει βρεθεί ένα γάντι που εκτιμάται ότι πλέχτηκε την προ Χριστού εποχή. Τον 19ο αιώνα, όταν άρχισε το πλέξιμο με το βελονάκι και η μανία με τη δαντέλα, οι γυναίκες μπήκαν δυναμικά στο παιχνίδι. Ολόκληρη βιομηχανία στήθηκε, με σχέδια, νήματα, βελόνες, βελονάκια και κάθε είδους αξεσουάρ, τα οποία βοήθησαν να αναπτυχθεί μια παγκόσμια τάση, τόσο στην ενδυμασία όσο και στη διακόσμηση του σπιτιού. Κουβέρτες, κουρτινάκια, σεμέν, τραπεζομάντιλα, σουβέρ και άλλα ήταν μέσα στα βασικά διακοσμητικά είδη μιας καλής νοικοκυράς. Αργότερα, έγιναν μόδα τα σκουφάκια για μωρά και οτιδήποτε μωρουδιακό, καθώς και το πλέξιμο με πολύχρωμες χάντρες.

Στη Βιομηχανική Επανάσταση, η μαζική παραγωγή μεταφέρθηκε στα εργοστάσια, όπου κατασκευάστηκαν νήματα καλύτερης ποιότητας και ειδικά εργαλεία πλεξίματος. Στις αρχές του περασμένου αιώνα, τα πουλόβερ έγιναν η νέα μόδα για άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Η υψηλή ραπτική περιέλαβε το πλέξιμο στις κολεξιόν του χειμώνα, με αρχηγό την Κοκό Σανέλ η οποία χρησιμοποίησε κατά κόρον την πλέξη ζέρσεϊ. Τη δεκαετία του ’60, ο οίκος Μισόνι λάνσαρε τα πολύχρωμα φορέματα με τη χαρακτηριστική ζιγκ ζαγκ πλέξη, ενώ η Σόνια Ρικιέλ πήρε το 1967 τον τίτλο «Βασίλισσα του Πλεκτού» με το πουλόβερ «Poor Boy Sweater», η οποία και απέδειξε ότι το πλεκτό μπορεί να ακολουθήσει οποιαδήποτε τάση. Κάπου εκεί κάνει και την πρώτη του εμφάνιση το twinset, ένα σύνολα που αποτελείται από ένα κοντομάνικο τοπ και μια μακρυμάνικη ζακέτα στο ίδιο χρώμα, ενώ το πόντσο γνωρίζει ένδοξες ημέρες από τα Παιδιά των Λουλουδιών. Εν συνεχεία, στην ποπ δεκαετία του ’80 το μαλλί και οτιδήποτε πλεκτό θεωρήθηκε ντεμοντέ.

 

ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Μέσα από τα καθολικά γυναικεία μοναστήρια στα ελληνικά νησιά διαδόθηκε το πλέξιμο και στην Ελλάδα. Ο στολισμός της ελληνικής φορεσιάς συνδέθηκε με το πλέξιμο, χαρακτηριστικές είναι οι κορμοφανέλες και τα τσουράπια στον Νομό Αιτωλίας. Η τέχνη και η τεχνική του πλεξίματος περνούσαν από γενιά σε γενιά και ήταν μέρος της κληρονομιάς κάθε νέας γυναίκας, μαζί με τα σχέδια και τα πατρόν. Στα χωριά, κάθε νύφη έπρεπε να έχει απαραιτήτως έτοιμα τα προικιά της, τα οποία κατά την παράδοση έβγαζε σε κοινή θέα προκειμένου να θαυμάσουν .όλοι τις ικανότητες της στο χειροποίητο πλεκτό. Από το 1920 και μετά την Καταστροφή της Μικράς  Ασίας, οι χιλιάδες πρόσφυγες που ήρθαν στη Ελλάδα έφεραν μαζί τους όλη την τεχνογνωσία στην πλεκτική, υφαντουργία και ταπητουργία.

Το 1938, λειτουργούσαν 631 κλωστοϋφαντουργικές βιομηχανίες  Οι επιδοτήσεις βοηθούσαν τις εξαγωγές στην Αλεξάνδρεια, την Κωνσταντινούπολης την  Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη και αργότερα στις ΗΠΑ και την Αγγλία. Οι  εταιρείες Μουζάκηςο Ελευθέριος Μουζάκης έμεινε στην Ιστορία ως ο «πατέρας της κλωστοϋφαντουργίας» , η οικογένεια Λαναρά από την Νάουσα, ο Χρήστος Πανάγος της εταιρείας και του περιοδικού «Εργόχειρο» και πολλές ακόμη οικογενειακές επιχειρήσεις έβαλαν το δικό τους λιθαράκι στη διάδοση της πλεκτικής. Τις δεκαετίες του 70 και ’80 άρχισε και η πρώτη κάμψη καθώς ενώ ο αγροτικός πληθυσμός στήριζε την εγχώρια παραγωγή, στη συνέχεια στράφηκε στα έτοιμα ενδύματα και άφησε τα χειροποίητα στην άκρη. Ωστόσο, το 1980 η Ελλάδα διέθετε σε λειτουργία 1,5. εκατ. αδράχτιασήμερα περίπου 150.000.

Με τη νέα χιλιετία και λόγω της ανάπτυξης του Διαδικτύου, η τάση του πλεξίματος αναβιώνει ξανά. Μέσω ιστοσελίδων και βίντεο, μπορεί κανείς να μάθει να πλέκει βήμα βήμα, από ένα κασκόλ μέχρι ένα κανονικό φόρεμα.